Τουρίστες ή ταξιδιώτες; Εκτύπωση
Προβληματισμοί - Κοινωνία
Τρίτη, 23 Ιούνιος 2009 18:39
Από τους πρώτους Δυτικοευρωπαίους περιηγητές –ήδη από τον 15ο αιώνα -, που ανήκουν στην ελίτ του πλούτου, της τέχνης και της γνώσης, και ταξιδεύουν στην ανεξερεύνητη τότε Μεσόγειο από επιστημονικό ενδιαφέρον, αρχαιολατρία, ή με σκοπό την αρχαιοκαπηλία, μέχρι τα εκατομμύρια των τουριστών που επισκέπτονται στη σύγχρονη εποχή τη Μεσόγειο για να γευτούν «λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και τ’ αγόρι μου» και κάποιων που φθάνουν μέχρι τον Νότιο Πόλο της Γης για να ζήσουν εκ του ασφαλούς περιπέτεια έχουν μεσολαβήσει πολλά: μεγάλες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές, επιστημονικές πρόοδοι, τεχνολογική επανάσταση, παγκοσμιοποίηση, κρίση θεσμών, εκδήλωση κρίσης στις προσωπικές σχέσεις των ανθρώπων, ανάδυση του υπαρξιακού αδιέξοδου…  και τόσα  άλλα… Ο τουρισμός έγινε βιομηχανία που κινεί σε σημαντικό βαθμό τη διεθνή οικονομία, απασχολεί πάρα πολλούς εργαζόμενους και απευθύνεται σε εκατομμύρια πελατών διαφορετικού μορφωτικού και εισοδηματικού επιπέδου - όχι απαραίτητα σε κάποια ελίτ. Ενόψει μάλιστα του καλοκαιριού, οπότε αναμένεται η μέγιστη τουριστική κίνηση σε πάρα πολλές περιοχές της γης μας και πολλοί από μας θα ταξιδέψουμε για τουριστικούς λόγους, είναι νομίζω χρήσιμο να συλλογιστούμε λίγο βαθύτερα πάνω σε αυτό το θέμα.  

Η κυρίαρχη εικόνα που παρουσιάζει σήμερα ο τουρισμός διεθνώς, έτσι όπως αυτή παρατηρείται και βιώνεται στην πράξη αλλά και αποτυπώνεται στις διαφημίσεις, είναι μια θορυβώδης, εσωτερικά και εξωτερικά, μαζική και σπασμωδική κίνηση και μετακίνηση με σκοπό την εκτόνωση από το στρες, την αλόγιστη κατανάλωση, που εκφράζεται συχνά και με…λυσσαλέες επιδρομές στα μαγαζιά, το άσκοπο ξενύχτι, το «άραγμα» και άλλα παρόμοια (1). Η εικόνα αυτή μάλλον έγινε πιο έντονη τις τελευταίες δεκαετίες, καθώς οι πρώην κομμουνιστικές χώρες άνοιξαν τα σύνορά τους δεχόμενες αλλοδαπούς τουρίστες και επιτρέποντας στους διψασμένους  για «δυτικά» καταναλωτικά αγαθά πολίτες τους να ταξιδεύουν και οι ίδιοι στο εξωτερικό.   

Αυτή η σφοδρή επιθυμία για εκτόνωση ερμηνεύεται εν μέρει αν λάβουμε υπόψη το γεγονός, ότι το μεγαλύτερο διάστημα του έτους βιώνουμε έναν εγκλωβισμό μέσα στο επάγγελμά μας, που οι περισσότεροι δεν το αγαπάμε και το βλέπουμε μάλλον σαν  καταναγκαστικά έργα, καθώς δεν μας ικανοποιεί εσωτερικά. Κι αν ακόμη εξασκούμε κάποιο επάγγελμα που μας ταιριάζει, αυτό είναι ενταγμένο σε ένα ευρύτερο σύστημα λίγο-πολύ αρρωστημένο, που μας καταπονεί και πολλές φορές μας εξουθενώνει ψυχολογικά. Περιμένουμε λοιπόν τις διακοπές για να ξεκουραστούμε, να χαρούμε, να χαλαρώσουμε. Μόνο που, έχοντας, όπως φαίνεται, εθιστεί στον εγκλωβισμό, βγαίνουμε από το καλούπι που λέγεται δουλειά και μπαίνουμε απλά σε ένα άλλο: αυτό που λέγεται διακοπές = ταβέρνα, θάλασσα, ξαπλώστρα, βόλτα, μουσείο, μπαράκι... Πνιγμένοι από τα εσωτερικά και εξωτερικά αδιέξοδα της πραγματικότητάς μας, ακολουθούμε κατά κανόνα τη μαζική τάση που μας ωθεί σε διακοπές του στυλ: Live your mython earth και να τυρβάζεις περί άλλα και γαία πυρί μειχθήτω.  

Καθώς ο τουρισμός έχει γίνει βιομηχανία, έχει τυποποιήσει τις υπηρεσίες - κατ’ επέκταση δε την ανθρώπινη συμπεριφορά και τις ανθρώπινες σχέσεις- στα πλαίσια μιας σύμβασης που μπορεί να περιγραφεί με τις εξής φράσεις: «πώς θα αρπάξουμε περισσότερα λεφτά απ’ τον τουρίστα» από την πλευρά επιχειρηματιών και εργαζομένων στον τουρισμό και  «πώς θα την περάσουμε καλύτερα και χωρίς προβλήματα» από την πλευρά των πελατών. Αν μάλιστα όλα αυτά επενδύονται και με μια τυπική ευγένεια («ευχαριστώ…  παρακαλώ… μάλιστα…») είμαστε συνήθως ευχαριστημένοι και θεωρούμε ότι περνάμε καλά. Η επιλογή δε του προορισμού μας γίνεται κατά κανόνα με κριτήρια εξωτερικά: περιέργεια για κάτι που ακούσαμε, διαθέσιμα χρήματα, επηρεασμός από διαφημίσεις, γενική τάση του περίγυρου ή της εποχής, ζήλιες κ.ο.κ. Σπάνια επιλέγουμε κάτι βασιζόμενοι σε μια βαθύτερη ανάγκη η τάση του εαυτού μας –άλλωστε πόσο συχνά στεκόμαστε σιωπηλοί να ακούσουμε τη φωνή του; Σπάνια γίνονται οι επιλογές μας από γνήσια φιλομάθεια, από αληθινό ενδιαφέρον για κάποιον τόπο και τους ανθρώπους του, από διάθεση προσφοράς.  

Παράλληλα έχουν αναπτυχθεί κάπως τα τελευταία χρόνια και άλλες μορφές τουρισμού, που δεν παρουσιάζουν αυτή την εικόνα κοσμοσυρροής και μαζικής ισοπέδωσης, αν και είναι λίγο - πολύ τυποποιημένες: αγροτουρισμός, σεμινάρια γιόγκα, εναλλακτικών θεραπευτικών μεθόδων κτλ. σε αγροκτήματα, υπαίθριες αθλητικές δραστηριότητες στη φύση, παρατήρηση ζώων και πουλιών κ.ο.κ. Η βεντάλια των επιλογών ανοίγει λίγο περισσότερο για τον τουρίστα – καταναλωτή προς μια κατεύθυνση πιο «ήπια», που σέβεται περισσότερο το περιβάλλον και τις άλλες μορφές ζωής και αφήνει ίσως περισσότερα περιθώρια για μια βαθύτερη χαλάρωση του επιβαρυμένου νευρικού συστήματος. Με τη μία ή την άλλη μορφή τουρισμού πάντως, απαλλασσόμαστε για λίγο από το στρες που οφείλεται στην αφύσικη καθημερινότητα του αστικού τρόπου ζωής – κυρίως δε στις μεγάλες πόλεις.

Έστω και απαλλαγμένοι από το στρες της πόλης πολλοί από μας βιώνουμε ωστόσο στις διακοπές μας ένα στρες μιας άλλης μορφής: μια αμηχανία επειδή δεν έχουμε τι να κάνουμε, μια ανία και μια διάθεση να δοκιμάζουμε συνεχώς κάτι διαφορετικό, κάτι άλλο. Δεν θέλουμε να επιστρέψουμε στις συνθήκες της πόλης που αφήσαμε πίσω μας, αλλά από την άλλη κάτι μας φταίει. Αυτό το στρες, αυτή η αδιόρατη, ανεξήγητη και απροσδιόριστη δυσφορία οφείλεται κατά τη γνώμη μου στην απουσία του νοήματος από τη ζωή μας, όπως δίδαξε και ο Κ. Γκ. Γιουνγκ. Αν κάτι βαθύτερο μέσα μας δεν ικανοποιείται, αν δεν βρίσκουμε δημιουργικές διεξόδους τέτοιες που να βιώνουμε εσωτερική πληρότητα, δεν μπορούμε ουσιαστικά να χαλαρώσουμε και να χαρούμε. Αν στην καθημερινότητά μας και στη δουλειά μας δεν βρίσκουμε νόημα, χρειαζόμαστε μια διακοπή για να πάρουμε μια ανάσα, γι’ αυτό πάμε διακοπές. Αν και την περίοδο των διακοπών αδυνατούμε να βρούμε κάποιο νόημα, πώς θα ξεκουραστούμε αληθινά; Και πώς μπορεί να περιμένει κανείς να βρει νόημα στη ζωή του μέσα στα χρονικά όρια που ορίζουν την άδεια από τη δουλειά, εάν δεν γνωρίζει σε τέτοια έκταση και βάθος τον εαυτό του, ώστε οι δράσεις του και οι δραστηριότητές του να έχουν κάποιο αληθινό νόημα γι’ αυτόν;  

Το ζήτημα του νοήματος στη ζωή μας και την καθημερινότητά μας είναι βεβαίως τεράστιο και σύνθετο. Δεν γίνεται να αναλυθεί στα πλαίσια ενός άρθρου, ούτε να λυθεί γρήγορα και εύκολα. Πολλές κοινωνίες του λεγόμενου πλούσιου Βορρά έχουν πετύχει έναν εκδημοκρατισμό τέτοιο που να επιτρέπει σε πολύ περισσότερους ανθρώπους σε σχέση με παλιότερες εποχές να απολαμβάνουν κάποια καταναλωτικά αγαθά όπως οι τουριστικές υπηρεσίες. Όμως έχουμε ξεχάσει ότι, αν θέλουμε να μιλάμε για αληθινή δημοκρατία, δεν φτάνει καθόλου να εφησυχάζουμε στη σχετική υλική ευημερία των πολλών. Κι αν ακόμη όλοι έχουν απ’ όλα και το κράτος λειτουργεί εύρυθμα, αλλά τα άτομα δεν είναι ελεύθερες προσωπικότητες με αυτογνωσία και δεν βρίσκουν νόημα και ευτυχία στη ζωή, αν από την κυριαρχία μιας ελίτ φτάσαμε στην κυριαρχία της μάζας, μπορεί να υπάρχει αληθινή ελευθερία στις επιλογές, άρα και δημοκρατία;  

Αν αυτά είναι λίγο – πολύ τα σημερινά δεδομένα, τι μπορούμε να κάνουμε φέτος το καλοκαίρι κατά την περίοδο των πολυπόθητων διακοπών; Μπορούμε να οργανώσουμε τον χρόνο της άδειάς μας αναζητώντας μέσα μας και έξω μας κάτι από το «νέο» ή το «ξεχασμένο όνειρο», κάτι προσωπικό που μας αντιπροσωπεύει περισσότερο από όσα κάναμε ως τώρα και που μπορούμε να ανακαλύψουμε μόνο μιλώντας ειλικρινά με τον εαυτό μας. Πιο πιθανό είναι, πιστεύω, να το προσεγγίσουμε κάπως, αν ξεκινήσουμε αφαιρώντας: υπάρχουν κοινωνικά πρέπει που ακολουθούμε στις διακοπές μας μόνο και μόνο για να μη μας σχολιάσουν οι άλλοι; Υπάρχουν συνήθειες που μας καταπιέζουν, αλλά τις κρατάμε γιατί έτσι κάνουν όλοι; Υπάρχουν ψυχαναγκασμοί από τους οποίους νομίζουμε ότι δεν μπορούμε να ξεφύγουμε; Κάνουμε κάποια πράγματα εντελώς μηχανικά, απλά και μόνο από κεκτημένη ταχύτητα; Έχουμε παλιά αντικείμενα που δεν χρησιμοποιούμε, αλλά και δεν εννοούμε να τα αποχωριστούμε; Έχουμε οργανώσει το νοικοκυριό μας στο εξοχικό με το γνωστό περίπλοκο, κομφορμιστικό στυλ της πόλης;  Ας παρατηρήσουμε όσο γίνεται πιο ειλικρινά τη ζωή μας και ας αφαιρέσουμε ό,τι νιώθουμε περιττό, ας απαλλαγούμε από όσα μας βαραίνουν μάταια (3), ας απλοποιήσουμε.   

Αφού κάνουμε λοιπόν κάποιες τέτοιες μικρές αλλαγές, μπορούμε να συλλογιστούμε αν υπάρχει κάποιο ξεχασμένο όνειρο ή κάτι που ποτέ παλιότερα δεν είχαμε σκεφτεί και θα θέλαμε να πραγματοποιήσουμε, κάτι που να μας κεντρίζει βαθύτερα το ενδιαφέρον. Κι ας μη διστάσουμε να δοκιμάσουμε, ανάλογα και με πόσο χρόνο της άδειάς μας μπορούμε και θέλουμε να διαθέσουμε. Σε περίπτωση που δεν μπορούμε να σκεφτούμε κάτι, ας ψάξουμε: υπάρχουν πάρα πολλές οργανώσεις που δραστηριοποιούνται σε διάφορους τομείς και αναζητούν εθελοντές. Μπορεί κάτι από όλα αυτά να μας αγγίξει, να μας εμπνεύσει και να θέλουμε να συμμετάσχουμε. Μόνοι μας ή μέσα σε ένα συλλογικό σχήμα, κάνοντας κάτι «μικρό», όπως π.χ. να μαζεύουμε αποτσίγαρα καθαρίζοντας την παραλία, ή κάτι «μεγάλο», όπως π.χ. συμμετέχοντας σε μια ανθρωπιστική αποστολή στον «φτωχό Νότο» (4),  ας διαφοροποιήσουμε σε κάτι τις τυποποιημένες συνήθειές μας φέτος το καλοκαίρι. Η εμπειρία δε έχει δείξει, ότι όσο πιο ενεργοί και πιο δραστήριοι είμαστε και όσο πιο αλτρουϊστική δραστηριότητα αναλαμβάνουμε τόσο πιο πολύ γεμίζουμε και ξεκουραζόμαστε εσωτερικά. Ας μη φοβόμαστε να δοκιμάσουμε. Τι έχουμε να χάσουμε αν έστω για μια φορά πειραματιστούμε με κάτι νέο που δεν εντάσσεται στον εγκλωβισμό με την ταμπέλα «διακοπές»;  

Αυτό το καλοκαίρι όλοι μας, ο καθένας όσο θέλει, λίγο ή πολύ, ας ΔΩΣΟΥΜΕ κάτι μέσα από την καρδιά μας στη γη μας και τους κατοίκους της. Ας νιώσουμε έναν ουσιαστικό σεβασμό για ό, τι μας περιβάλλει, όχι στα πλαίσια μιας τυπικής συμπεριφοράς, αλλά μέσα από μια ευαισθητοποίηση, μια τρυφερότητα, μια ειλικρινή ταπεινότητα και βαθύτερη συνειδητοποίηση. Ας δοκιμάσουμε να γίνουμε ταξιδιώτες που ενδιαφέρονται, ανάλαφροι περιπατητές και περιηγητές της γης μας κι ας μην συμπεριφερόμαστε άλλο σαν επιπόλαιοι τουρίστες – οδοστρωτήρες, που περιφέρουν την περιέργειά τους σαν κουρδισμένα ρομποτάκια ανά τον πλανήτη κοιτάζοντας δεξιά κι αριστερά να δουν τι μπορούν ν’ αρπάξουν!

 

Καλό Καλοκαίρι!

  

Ελένη Φράγκου 

 
(1) Στο άρθρο αυτό δεν θα συμπεριλάβω τα ταξίδια εκείνα που γίνονται από κατοίκους του πλούσιου Βορρά με σκοπό τη σεξουαλική εκμετάλλευση για ένα κομμάτι ψωμί ή για έναν δέκτη τηλεόρασης ανηλίκων και παιδιών στο φτωχό Νότο! Υπάρχουν πάντως στοιχεία που καταδεικνύουν σαφώς ότι δεν πρόκειται απλά για κάποια «μεμονωμένα περιστατικά»!!

 

(2) Για πόσο ακόμα άραγε θα είναι οι χώρες του Βορρά πλούσιες; Μήπως για πάντα;

 

(3) Ξέρουμε μέσα μας ότι έχουμε πολύ περισσότερα από όσα χρειαζόμαστε και ότι κάνουμε πολλές φορές εντελώς άλλα από αυτά που πραγματικά θέλουμε.

 

(4) Αλήθεια, ο Νότος για πόσο ακόμη θα είναι φτωχός; Μήπως για πάντα;