Το βλέμμα κι ο λόγος της καρδιάς PDF Εκτύπωση E-mail
Πνευματικότητα - Πνευματικότητα
Τετάρτη, 10 Ιανουάριος 2007 01:47
της Χριστίνας Αρνή

Κάθε φορά που η ζωή αγκιστρώνεται σε μια λέξη, σε μια χειρονομία, σ’ ένα συναίσθημα, όλος ο εσωτερικός μας κόσμος μεταμορφώνεται. Ο τρόπος με τον οποίο ένα γεγονός μας αγγίζει, πολλές φορές διαφέρει από τον τρόπο μέσω και δια του οποίου «αγγίζουμε» εμείς οι ίδιοι τα γεγονότα, τους λόγους και τις πράξεις των άλλων. Κοινός τόπος συνάντησης: η καρδιά μας.

Μέσα στην καρδιά μας βρίσκεται το παν. Όλοι οι κόσμοι που φανταζόμαστε κι επιθυμούμε, όλοι οι κόσμοι που κάποτε σκεφτόμασταν ή ποθούσαμε, όλοι οι κόσμοι μέσα στους οποίους σήμερα βρισκόμαστε, πότε αποθαρρυμένοι και πότε με απαράμιλλη αυτοπεποίθηση και ενθουσιασμό, όλοι οι κόσμοι που ονειρευόμαστε για το αύριο που έρχεται... Μέσα στην καρδιά μας, όλοι αυτοί οι κόσμοι συντροφεύουν την ζωή μας και δεν μας αποχωρίζονται, παρά μόνον όταν εμείς τους αποχωριστούμε.

Η καρδιά του καθενός από εμάς κρύβει χιλιάδες παραδείσους και χιλιάδες κολάσεις. Μέσα της το κάθε γνώριμο πρόσωπο έχει και μια θέση. Μια θέση που χορηγείται από την ίδια την καρδιά. Λειτουργώντας πολλές φορές σαν κριτής, η καρδιά κατευθύνει την ενέργειά της προς την μια ή την άλλη κατεύθυνση, ωστόσο κάτι τέτοιο δεν εγγυάται την διαύγειά της. Η διαυγής καρδιά αποτελεί έναν έξοχο στόχο.

Ο νους μας ξεγελά πολλές φορές και μας υποχρεώνει να αμφισβητούμε την φωνή της καρδιάς μας, προκειμένου να εισακούεται η δική του φωνή. Κι ωστόσο, η καρδιά πάντα μας μιλά και μας συμβουλεύει. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι αν, και κατά πόσο, ακούμε κι αναγνωρίζουμε την φωνή της, διότι ο λόγος της καρδιάς ακούγεται καθαρά μονάχα όταν ο «θόρυβος» του μυαλού έχει σιγήσει.

Πόσες φορές το άγχος και οι συγκινήσεις μάς κατέστησαν κωφούς στην φωνή της καρδιάς μας; Στην πραγματικότητα, ο λόγος της καρδιάς είναι περισσότερο αληθινός απ’ αυτόν του μυαλού, ωστόσο η δυσκολία να τον διακρίνουμε, μαζί με την ολοένα και αυξανόμενη στην εποχή μας τάση να εκλογικεύουμε τα πάντα, προκειμένου να μην πέσουμε «θύματα εκμετάλλευσης» των συναισθημάτων μας, τον απομακρύνει από την καθαρότητά του, προσδίδοντάς του άλλη μορφή και χροιά. Έτσι πολλοί άνθρωποι αφήνονται στο να πιστεύουν πως ακολουθούν την φωνή της καρδιάς τους, ενώ στην πραγματικότητα ακολουθούν τα μονοπάτια της λογικής του μυαλού τους.

Δεν θα έπρεπε, ασφαλώς, να οδηγηθούμε στα άκρα, απορρίπτοντας κάθε τι που έχει σχέση με τις διαδρομές του νου μας. Ωστόσο, πρέπει να γίνει σαφές ότι χρειάζεται μια ορθή συνεργασία, προκειμένου η φωνή της καρδιάς να φθάσει σ’ εμάς καθαρή, αυτούσια, χωρίς καμία παρέμβαση της λογικής μας, έτσι που αυτή κατόπιν να μπορεί να φιλτράρει τον λόγο της καρδιάς και να πραγματοποιήσει τις τελευταίες πιθανώς εκκαθαρίσεις του λόγου της.

Μια ορθή συνεργασία στηρίζεται στην εμπιστοσύνη και στην αμοιβαιότητα. Η καρδιά γνωρίζει πολύ περισσότερα απ’ ό,τι ο νους γι’ αυτές τις δυο καταστάσεις, ακριβώς διότι είναι στη φύση της να προσφέρει «άνευ όρων». Έτσι, εύκολα μπορεί να «δοθεί» στις... περιπέτειες του νου, καθώς θέλει να τον εμπιστευτεί. Ο νους, όμως, δεν εμπιστεύεται εύκολα την καρδιά, θεωρώντας την «τυφλή» ή... «ονειροπόλα». Τούτο δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν καρδιές «τυφλές», ωστόσο ο νους γνωρίζει πως μια τέτοια σχέση εμπιστοσύνης θα τον οδηγήσει σε μια θέση λιγότερο «λαμπρή» απ’ όσο αυτή που φαίνεται πως κατέχει. Κι είναι αλήθεια πως στην καθημερινότητά μας ακούμε περισσότερο την δική του φωνή, τις δικές του συμβουλές και προτροπές, παρά της καρδιάς μας. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, το μυαλό μας και η δική του λογική έχουν την πρώτη θέση στη ζωή μας, τις πιο πολλές φορές τουλάχιστον.

Ο κόσμος μας είναι ένας κόσμος περισσότερο «εγκεφαλικός». Ο νους πρωτοστατεί υπ’ αυτή την έννοια δίκαια. Ωστόσο δεν πρέπει να λησμονούμε πως πέρα απ’ τον κόσμο του «εγκεφάλου» μας, υπάρχει κι ο κόσμος των συναισθημάτων, ή -διαφορετικά - ο κόσμος της καρδιάς. Αυτός ο κόσμος, αν και υπαρκτός, αν και γνωστός και διακριτός, βρίσκεται σαφώς σε υποδεέστερη μοίρα. Η... «τύχη» ενός συναισθήματος κρίνεται κάτω από το «φως» της... λογικής του μυαλού μας, χρωματίζεται από τις «σκιάσεις» των αντιλήψεών μας και χάνεται ή επανεμφανίζεται ανάλογα με τις προθέσεις της υπολογιστικής μας ικανότητας.

Σ’ έναν τόσο «εγκεφαλικό» κόσμο τα πάντα «πρέπει» να είναι «καλά» υπολογισμένα.

Όμως δεν είναι λίγες οι φορές που ασφυκτιούμε μέσα στους δαιδάλους υπολογισμού του μυαλού μας, αναζητώντας διεξόδους και λύσεις που θα μας εξασφαλίσουν την «καλά σχεδιασμένη» ευτυχία μας. Η καρδιά μας νομίζουμε πως... σιγεί. Κι ωστόσο εκείνη δεν παύει να μας μιλά και να μας συμβουλεύει. Πολλοί αναρωτιούνται για την φωνή της καρδιάς. «Ποια είναι η φωνή της;» ρωτάνε. «Πώς θα διακρίνουμε ότι αυτή είναι η φωνή της καρδιάς μας και όχι του μυαλού;»

Η διάκριση φαίνεται αρκετά δύσκολη. Ωστόσο, πολλές φορές η φωνή της καρδιάς μοιάζει περισσότερο «παράξενη» και «καινοτόμος» απ’ αυτή του μυαλού μας. Ο λόγος της καρδιάς εμφανίζεται να έχει στοιχεία που ξεφεύγουν από τα γνώριμα -τουλάχιστον- μονοπάτια της λογικής του νου μας. Μέσα στη φωνή της μπορούμε, αν το θελήσουμε, να διακρίνουμε μια νότα «ελευθερίας», έναν ήχο «επανάστασης», ένα ψιθύρισμα «ξεχασμένης γλυκύτητας»...

Ο λόγος της καρδιάς μας εμπεριέχει πάντα την συμβουλή που δεν θέλουμε να ακούσουμε και να αποδεχθούμε, την καθοδήγηση που επιθυμούμε να αποφύγουμε, κάθε τι που γνωρίζουμε πως έτσι είναι, αλλά που δεν πρόκειται να το εφαρμόσουμε ή να το ακολουθήσουμε στην καθημερινότητά μας. Πρόκειται, στην πραγματικότητα, για τον «χαμένο λόγο μας», αυτόν που πάντα θέλουμε να εκφράσουμε, αλλά που σπάνια (;) το καταφέρνουμε.

Η φωνή της καρδιάς δεν είναι μια άγνωστη φωνή. Είναι τόσο γνωστή, που μερικές φορές μας τρομάζει, καθώς νιώθουμε πόσο διαφορετική είναι η ζωή μας απ’ αυτό που στην πραγματικότητα θέλουμε ή είμαστε. Αν η φωνή του νου μάς φαίνεται γνώριμη και οικεία, τούτο συμβαίνει γιατί μοιάζει να συμφωνεί με όλα τα γύρω μας «πρέπει», με όλες τις γύρω μας «φωνές». Η φωνή της καρδιάς σχεδόν πάντα ξεχωρίζει... Η φωνή του νου μάς εμφανίζει πάντοτε τα αδιέξοδα των ονείρων μας ή των επιθυμιών μας, καλύπτει πολλές φορές τις ανησυχίες της συνείδησής μας μ’ ένα πέπλο αδιαφιλονίκητης λογικής, μας εξασφαλίζει έναν... «ήσυχο ύπνο» και καθησυχάζει τις συναισθηματικές ταραχές μας, προβάλλοντάς μας μια σειρά επιχειρημάτων που δύσκολα καταρρίπτονται μέσα σ’ έναν κόσμο «τετράγωνης λογικής».

Πώς μπορούμε να ξεφύγουμε από την «τετράγωνη λογική» του νου μας, χωρίς να απορρίψουμε αυτόν τούτο τον νου; Η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα φαίνεται να μην έχει και πολλή τύχη μέσα σ' έναν τόσο «εγκεφαλικό» κόσμο? ωστόσο δεν πρέπει να ξεχνάμε πως τίποτε δεν είναι αδύνατο, αρκεί να το θελήσουμε αληθινά. Γι’ αυτό και το πρώτο - ίσως - ερώτημα στο οποίο ειλικρινά θα πρέπει να απαντήσουμε, είναι ακριβώς αυτό: «τι αληθινά θέλουμε»; Η απάντηση είναι δύσκολη γι’ αυτούς που, ευθύς εξ’ αρχής, θα σπεύσουν να ρωτήσουν για το πώς θα είναι σίγουροι πως αυτή τους η απάντηση δεν θα είναι ένα από τα πολλά «θύματα» του μυαλού τους. Υπάρχει, όμως, κάτι το οποίο -τουλάχιστον στην αρχή- δεν είναι ανεπηρέαστο από τις «συνήθειες» και τις «τάσεις» του νου μας;

Η φωνή της καρδιάς δεν καταδικάζει τον νου? του θέτει απλά τα ζητήματα της προσωπικής μας ζωής, προκειμένου εκείνος να τα «φιλτράρει» προσφέροντάς μας την δυνατότητα θέασης ενός πιο «καθαρού τοπίου». Στην καθημερινή μας ζωή δεν λείπουν οι... «εικόνες» και τα «τοπία» θέασης, λείπει το καθαρό βλέμμα κι ο καθαρός ορίζοντας. Μερικές δε φορές, η μη ύπαρξη ενός καθαρού ορίζοντα είναι και το κυριότερο εμπόδιο για την απόκτηση ενός καθαρού βλέμματος.

Όλοι μας επιθυμούμε το «καθαρό βλέμμα», λίγοι όμως ασχολούνται με την «καθαρότητα του ορίζοντα». Καθώς στεκόμαστε πάνω στο κατάστρωμα του πλοίου αγναντεύοντας το βάθος του ορίζοντα, προβληματιζόμαστε για την μαύρη κουκίδα που μόλις και διακρίνεται, κι αρχίζουμε τις θεωρητικολογίες, τις αναλύσεις και τις υποθέσεις, αρνούμενοι να χρησιμοποιήσουμε τα γυαλιά της μυωπίας μας, ή τα κυάλια που πιθανόν να μας προσφέρουν, προκειμένου να δούμε πιο καθαρά και πιο βέβαια. Έτσι, ο ορίζοντας παραμένει για μας «μακρινός κι αβέβαιος». Αν είχαμε ακούσει την φωνή της καρδιάς μας ίσως τα πράγματα να ήταν διαφορετικά... Γιατί η φωνή της καρδιάς μας δεν θα άλλαζε, βέβαια, την απόσταση που μας χωρίζει από την κουκίδα εκείνη, ούτε θα μεταμόρφωνε τον ορίζοντα σε κάτι άλλο από αυτό που είναι. Η φωνή της καρδιάς μας απλά θα μας έλεγε: «Αν θέλεις να δεις την μαύρη κουκίδα απ’ αυτή την απόσταση πιο καθαρά, φόρεσε τα γυαλιά σου... χρησιμοποίησε τα κιάλια που σου δίνονται... Μίκρυνε την απόσταση που σε χωρίζει απ’ αυτό που θέλεις να δεις τώρα κι ωστόσο δεν μπορείς!...»

Ο λόγος της καρδιάς, ναι, είναι ένας ρεαλιστικός λόγος! Δεν απευθύνεται στην δυνατότητα της φαντασίας μας, γι’ αυτό και είναι μοναδικά ευθύς. Μας προσφέρει πάντοτε το στήριγμα που χρειαζόμαστε για να είμαστε αυτοί που είμαστε, για να βαδίζουμε εκεί που αληθινά θέλουμε, για να βλέπουμε και να ακούμε αυτό που αλλιώς δεν θα μπορούσαμε. Δεν μας αφήνει στην στείρα ονειροπόληση, αλλά μας βοηθά να κατανοήσουμε την θέση μας και την θέση των πραγμάτων στη ζωή μας.

Η καρδιά μας μάς μιλά διαρκώς, προκειμένου να μη χαθούμε στον Δρόμο. Αν ο λόγος της έχει «χαθεί» για τα δικά μας αυτιά, τούτο ίσως συμβαίνει γιατί ακόμα μεταξύ μας «θορυβούμε», προκειμένου να «εξηγήσουμε» και να «διεκδικήσουμε» την κατοχή της μαύρης κουκίδας που μόλις και διακρίνουμε στον θολό και αχανή ορίζοντα της ζωής μας... Χωρίς γυαλιά, χωρίς κιάλια..., μυωπικοί και αχόρταγοι «κατακτητές» μιας ψεύτικης αλήθειας.

Ημερομηνία καταχώρησης: 10.1.2007